Βρεφική-Παιδική-Εφηβική Διατροφή

Η διατροφή στα αρχικά στάδια της ανθρώπινης ζωής αποτελεί μια ιδιαίτερα πολύπλοκη διεργασία για πολλούς λόγους.

Η διατροφή κατά τη βρεφική ηλικία (0-1 έτη) είναι σημαντικότερη από τη διατροφή σε οποιοδήποτε άλλη χρονική περίοδο. Στη βρεφική ηλικία ο ρυθμός ανάπτυξης αλλά και η διαφοροποίηση των ιστών και η ωρίμανση των διάφορων συστημάτων του οργανισμού συντελείται ταχύτατα. Ουσιαστικά, το βρέφος διπλασιάζει το βάρος του και αυξάνει κατά 50% το αρχικό ύψος του μέσα στον πρώτο χρόνο. Οι παραπάνω φυσιολογικές μεταβολές απαιτούν την ισορροπημένη και ταυτόχρονα σχετικά υψηλή πρόσληψη ενέργειας και ορισμένων θρεπτικών συστατικών. Όμως, η ανοχή του βρέφους στα τρόφιμα είναι περιορισμένη λόγω της ανωριμότητας του πεπτικού συστήματος , του ήπατος και των νεφρών. Τα βρέφη, κατά τους πρώτους 6 μήνες της ζωής τους χρειάζεται να καταναλώνουν αποκλειστικά το μητρικό γάλα, προκειμένου να επιτύχουν άριστη ανάπτυξη. Αν καταναλώνουν υποκατάστατα του μητρικού γάλακτος αυτά θα πρέπει να έχουν παρόμοια σύνθεση με το μητρικό, ώστε να εξασφαλισθεί η βέλτιστη ανάπτυξη του βρέφους. Στο δεύτερο εξάμηνο της ζωής του βρέφους ξεκινά σταδιακά η προσθήκη ημιστερεάς και στερεάς τροφής.

Από το 1ο έτος και μετά, αν ο μητρικός θηλασμός έχει παρέλθει, (ο ΠΟΥ συστήνει συνέχιση για όλο το 2ο έτος) είναι απαραίτητη η εισαγωγή γάλακτος εμπλουτισμένου σε σίδηρο σε ποσότητα 500 ml χωρισμένο σε δυο γεύματα συνήθως πρωί και βράδυ.

Συγκριτικά, με τον εξαιρετικά γρήγορο ρυθμό ανάπτυξης που παρατηρείται στα βρέφη, ο ρυθμός ανάπτυξης κατά την παιδική ηλικία (1-6 ετών) είναι αρκετά βραδύτερος. Ωστόσο, η αύξηση του βάρους και του ύψους είναι σχετικά γρήγορη, συμβαίνει απλά με πιο αργούς ρυθμούς. Συγκεκριμένα, το βάρος του παιδιού αυξάνεται κατά 2-2,5 κιλά το χρόνο ενώ το ύψος του περίπου κατά 7,5 εκ. ανά έτος μέχρι την ηλικία των 7 ετών και κατά 5 εκ. μέχρι την αρχή της εφηβείας. Σε αυτήν την ηλικία εμφανίζονται και αρκετές ελλείψεις σε θρεπτικά συστατικά λόγω έντονων προτιμήσεων και αποστροφών σε συγκεκριμένα τρόφιμα. Τα παιδιά απαιτούν 1000kcal/ημέρα το 2ο χρόνο της ζωής τους και επιπλέον περίπου 200kcal/ημέρα κατ’ έτος. Από το 6ο έτος και μετά (σχολική ηλικία) ως το 11ο οι θερμιδικές απαιτήσεις σταθεροποιούνται περίπου στις 2000kcal/ημέρα. Η σημασία της φυσικής δραστηριότητας (είτε με τη μορφή παιχνιδιού είτε με τη μορφή οργανωμένης άσκησης) σε αυτές τις ηλικίες είναι καθοριστική, διότι προλαμβάνει την παχυσαρκία και εξαντλεί τα περιθώρια ανάπτυξης του παιδιού.

Η εφηβεία (από τα 11) ξεκινά με την ήβη και φτάνει μέχρι την ενηλικίωση όπου ολοκληρώνεται η ανάπτυξη και η ωρίμανση του οργανισμού. Κατά την περίοδο αυτή, η σταθερή ανάπτυξη της παιδικής ηλικίας επιταχύνεται εντυπωσιακά και διαφοροποιείται ανάμεσα στα δύο φύλα. Χαρακτηρίζεται από μία σειρά μεταβολών στη σεξουαλική ωρίμανση, την αύξηση του βάρους και του ύψους και από αλλαγές στη σύσταση του σώματος. Μεγάλο μέρος των αλλαγών που συμβαίνουν στην εφηβεία σχετίζονται με την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του ατόμου.

Πιο αναλυτικά, οι κοπέλες μέχρι την πρώτη έμμηνο ρήση αναπτύσσονται ταχύτερα από τα αγόρια της ίδιας ηλικίας, όμως τα αγόρια έχουν μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης (έκρηξη ανάπτυξης) και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από τα 13-16 χρόνια. Να σημειωθεί ότι συχνά παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις στο ρυθμό ανάπτυξης ακόμα και μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Η ανάπτυξη αυτή παίρνει τέλος γύρω στα 19 έτη στα κορίτσια και στα 21 έτη στα αγόρια.

Η διατροφή στην εφηβική ηλικία πρέπει να καλύπτει τις ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες του εφήβου, που προκύπτουν από τον εξαιρετικά γρήγορο ρυθμό ανάπτυξης, την αύξηση των οστών, του μυϊκού ιστού, της εμμηνορρυσίας. Οι απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά διαφοροποιούνται ανάμεσα στα δύο φύλα, γεγονός που οφείλεται κυρίως στις ιδιαίτερες για κάθε φύλο αλλαγές, που παρατηρούνται στο μέγεθος και τη σύσταση του σώματος.